Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα
Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Francisco de Almeida (Πορτογαλικά) |
Γέννηση | Δεκαετία του 1450 Λισαβόνα |
Θάνατος | 1 Μαρτίου 1510 (unspecified calendar, assumed Julian)[1][2] Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος[2] |
Αιτία θανάτου | πεσών σε μάχη |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Πορτογαλίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Πορτογαλικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Πορτογαλικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | εξερευνητής |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Dona Leonor de Almeida[3] |
Γονείς | Lopo de Almeida, 1.º conde de Abrantes[3] και Brites da Silva[3] |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | ναύαρχος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Αντιβασιλέας της Πορτογαλικής Ινδίας (1505–1509) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα ή Ο Μέγας Ντομ Φρανσίσκο (περί το 1450 - 1 Μαρτίου 1510) ήταν διακεκριμένος Πορτογάλος ευγενής, αξιωματικός και εξερευνητής. Διακρίθηκε σαν σύμβουλος του βασιλιά της Πορτογαλίας Ιωάννη του Τέλειου, αργότερα στους πολέμους εναντίον των Μαυριτανών και όταν κατακτήθηκε το Εμιράτο της Γρανάδας (1492). Διορίστηκε πρώτος αντιβασιλιάς της Πορτογαλικής Ινδίας (1505), ίδρυσε με τη "ναυμαχία του Ντιού" (1509) την Πορτογαλική ηγεμονία στον Ινδικό Ωκεανό. Στην επιστροφή του στην Πορτογαλία (1510) έχασε τη ζωή του σε σύγκρουση στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος, ο γιος του Λουρένσο ντι Αλμέιντα είχε ήδη σκοτωθεί στη "μάχη του Χολ".
Αντιβασιλεύς της Πορτογαλικής Ινδίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα γεννήθηκε στη Λισαβώνα, εισήλθε από μικρή ηλικία στον στρατιωτικό κλάδο και συμμετείχε στη "μάχη του Τόρο". Πολέμησε πολλές φορές σε εκστρατείες στο Μαρόκο και συμμετείχε με το Βασίλειο της Καστίλης στη χριστιανική κατάκτηση του Εμιράτου της Γρανάδας (1492). Ο Εμμανουήλ Α΄ της Πορτογαλίας τον διόρισε πρώτο αντιβασιλιά της Πορτογαλικής Ινδίας (1505).[4] Η Αρμάδα με 14 πλοία και 6 Καραβέλες αναχώρησε από τη Λισαβώνα με ένα πλήρωμα από 1.500 στρατιώτες (25 Μαρτίου 1505). Η αποστολή είχε στόχο να φέρει το εμπόριο μπαχαρικών σε Πορτογαλικό έλεγχο και να ιδρύσει εμπορικούς σταθμούς στην Ανατολική Αφρική και την Ινδία, προτεραιότητες ήταν το εμπόριο και η συμμαχία με τοπικούς οπλαρχηγούς. Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα έκανε τον περίπλου του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας έφτασε στη Μοζαμβίκη, από εκεί προχώρησε βόρεια στον παραλιακό οικισμό Κίλουα. Τον Ιούλιο του 1500 με 8 πλοία αποφάσισε να κατακτήσει την παραλιακή πόλη στην οποία ζούσε 4.000 κάτοικοι, χάρη στην καλή θέση της έκτισε ένα ισχυρό κάστρο. Στην πόλη παρέμεινε ως διοικητής ο Πέρο Φερέιρα και ένα στρατιωτικό σώμα με 80 άντρες.
Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα έφτασε με 11 βαριά οπλισμένα πλοία (1505), κατέστρεψε την Κίλουα και πολλές άλλες παραλιακές πόλεις βόρεια. Η πόλη είχε περίπου 10.000 κατοίκους, κατακτήθηκε μετά από σκληρή μάχη με τον τοπικό Άραβα Σείχη, στη συνέχεια λεηλατήθηκε και κάηκε. Οι Πορτογάλοι είχαν σημαντική υποστήριξη από έναν εχθρό των τοπικών Μουσουλμάνων, τον Σουλτάνο του Μαλίντι. Τον ίδιο μήνα ο στόλος του Αλμέιντα υπό την ηγεσία του Ζοάο Ομέρ κατέκτησε τη Ζανζιβάρη και τη διεκδίκησε για λογαριασμό των Πορτογάλων. Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα διορίστηκε πρώτος αντιβασιλιάς της Πορτογαλικής Ινδίας (25 Μαρτίου 1505) υπό τον όρο να οικοδομήσει τέσσερα ισχυρά κάστρα στη νοτιοδυτική ακτή : στο νησί Ανζεντίβα, στην Κανούρ, την Κοτσί και την Κουιλόν.[5] Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα αναχώρησε από την Πορτογαλία με 22 πλοία και 1.500 άντρες.[5] Στις 13 Σεπτεμβρίου έφτασε στο νησί Ανζεντίβα και ξεκίνησε αμέσως την οικοδόμηση του κάστρου.[5] Αμέσως μετά (23 Οκτωβρίου 1505) με την άδεια του τοπικού κυβερνήτη οικοδόμησε κάστρο στην Κανούρ, άφησε τον Λουρένσο ντε Μπρίτο με 150 άντρες και δύο πλοία.[5] Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα έφτασε στην Κοτσί (31 Οκτωβρίου 1505) με έναν μικρό στόλο από 8 πλοία.[5] Έμαθε ότι οι Πορτογάλοι έμποροι στην Κουιλόν σκοτώθηκαν, έστειλε τον γιο του Λουρένσο με 6 πλοία που κατέστρεψαν στο λιμάνι της Κουιλόν 27 πλοία των Κοχικόδε.[5] Ο Αλμέιντα εγκαταστάθηκε στο Κότσι και ενίσχυσε σημαντικά τα Πορτογαλικά φρούρια.
Η ναυμαχία της Κοχικόδε
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Σουλτάνος των Κοχικόδε Ζαμορίν ετοίμασε έναν μεγάλο στόλο με 200 πλοία για να αντιμετωπίσει τους Πορτογάλους, τον Μάρτιο του 1506 στη "ναυμαχία της Κοχικόδε" ο Λουρένσο ντι Αλμέιντα γνώρισε τη συντριβή, ωστόσο παρά την ήττα εξερεύνησε στη συνέχεια τη Σρι Λάνκα. Ο Ζαμορίν έπεισε το βασίλειο του Κανούρ για τις αυτοκρατορικές βλέψεις των Πορτογάλων, οι Κανούρ ενοχλήθηκαν έντονα με τη συμπεριφορά των Πορτογάλων και την παραβίαση των συνθηκών, τους επιτέθηκαν όταν πολιορκούσαν το "κάστρο του Σαιν Άντζελο". Οι δυνάμεις του Αλμέιντα ενισχύθηκαν σημαντικά με την άφιξη του Τριστάν ντα Κούνια από την Πορτογαλία, το τμήμα του Αφόνσο ντι Αλμπουκέρκε διαχωρίστηκε και ξεκίνησε την κατάκτηση περιοχών στη δύση. Με αίτημα των Αράβων εμπόρων της Κοχικόδε έφτασε τον Μάρτιο του 1508 στην Κοχικόδε Αιγυπτιακός στόλος Μαμελούκων υπό την ηγεσία του Αμίρ Χουσάιν αλ Κούρντι, συνέτριψαν τους Πορτογάλους στη "μάχη του Χολ". Ο Λουρένσο ντι Αλμέιντα σκοτώθηκε στη μάχη και οι Πορτογάλοι οπισθοχώρησαν από τις Ινδικές ακτές.[6]
Η ναυμαχία της Ντιού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Αφόνσο ντι Αλμπουκέρκε έφτασε στη Κανούρ στα τέλη του 1508, συνάντησε τον Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα και του έδειξε σφραγισμένη επιστολή του βασιλιά Εμμανουήλ Α΄ με την οποία του ζητούσε να του παραδώσει την αντιβασιλεία. Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα που ήθελε να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου και να ελευθερώσει τους αιχμαλώτους του από τη "μάχη του Χολ" δεν αμφισβήτησε την επιστολή του βασιλιά αλλά αρνήθηκε και τον συνέλαβε. Έστειλε απειλητική επιστολή στον Μαλίκ Αγιάζ και ακολούθησε η "μάχη του Ντιού" (3 Φεβρουαρίου 1509), είχε υπό τη διοίκηση του 23 πλοία κοντά στο λιμάνι του Ντιού. Πολέμησε με τους Μαμελούκους, τους Οθωμανούς, τον Ζαμορίν του Κοχικόδε και τον Σουλτάνο του Γκουτζαράτ με στόχο να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του. Τον υποστήριξαν η Δημοκρατία της Βενετίας και το Ντουμπρόβνικ που ανησυχούσαν έντονα για τους εμπορικούς δρόμους στην Ανατολή.[7] Η νίκη του ήταν αποφασιστική, οι Μαμελούκοι και οι Οθωμανοί εγκατέλειψαν τον Ινδικό Ωκεανό καθορίζοντας την Πορτογαλική κυριαρχία στην Ινδία τον επόμενο αιώνα. Τον Αύγουστο του 1509 ο Αφόνσο ντι Αλμπουκέρκε φυλακίστηκε αλλά σε τρεις μήνες έφτασε νέος στόλος από την Πορτογαλία με στόχο να τον τοποθετήσει αντιβασιλιά της Πορτογαλικής Ινδίας, ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα υποχρεώθηκε να παραιτηθεί.
Δολοφονία στην επιστροφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα εξέπλευσε τον Δεκέμβριο του 1509 για την Πορτογαλία, τον Φεβρουάριο του 1510 σταμάτησε στο Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας για να εφοδιαστούν οι άντρες του με νερό. Αμέσως ήρθαν σε επαφή με τον τοπικό πληθυσμό των Κχοϊκχόι.[8] Οι σχέσεις τους ήταν στην αρχή καλές αλλά μερικοί άντρες του πήγαν στα γειτονικά χωριά με στόχο να κλέψουν βοοειδή, ο Αλμέιντα περίμενε τους καπετάνιους του να επιστρέψουν (1 Μαρτίου 1510).[9] Την ίδια ώρα που ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα περίμενε τους άντρες στην παραλία τα βοοειδή επιτέθηκαν και σκότωσαν έναν από αυτούς. Οι Πορτογάλοι δεν οπισθοχώρησαν, οι Κχοϊκχόι και οι σύμμαχοι τους Κόσα επιτέθηκαν και θανάτωσαν 64 Πορτογάλους, ανάμεσα στους νεκρούς βρισκόταν και ο ίδιος ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα και 11 από τους καπετάνιους του. Η σορός του βρέθηκε το ίδιο απόγευμα και έγινε η ταφή της στο Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας.[10] Ο συγγραφέας Νίκολας Βέργκνστ έγραψε σε βιβλίο του (2001) ότι ο Αλμέιντα έπεσε θύμα των ίδιων των αντρών του που σκόπιμα καθυστέρησαν την οπισθοχώρηση και προκάλεσαν την άφιξη των Κχοϊκχόι.[11]
Ο Φρανσίσκο ντι Αλμέιντα ήταν γιος του 1ου κόμη του Αμπράντρες, οι δύο αδελφοί του ήταν επίσκοποι ο ένας πρέσβης στο Βατικανό και ο άλλος αρχηγός στο Κυρίαρχο Στρατιωτικό Τάγμα της Μάλτας. Ο γιος του Λουρένσο σκοτώθηκε σε μάχη στη Σρι Λάνκα αλλά επιβίωσε η κόρη του Ελεονώρα που παντρεύτηκε τον Ροντρίγκο ντε Μέλο. Ο Φερδινάνδος Μαγγελάνος συνόδευσε τον Αλμέιντα στην ανατολή, προήχθη σε καπετάνιο και επέστρεψε μετά την απώλεια της αποστολής (1512)
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Альмеида, Франциск» (Ρωσικά)
- ↑ 2,0 2,1 «Алмеида, Франциско» (Ρωσικά)
- ↑ 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2020.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 Malabar manual by William Logan σ.312
- ↑ Sreedhara Menon.A,A Survey of Kerala History(1967), σ.152. D.C.Books Kottayam
- ↑ Guilmartin, John E. (1995). "The Military Revolution: Origins and First Tests Abroad". In Rogers, Clifford J. (ed.). The Military Revolution Debate: Readings on the Military Transformation of Early Modern Europe. San Francisco: Westview Press. σσ. 299–333
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2020.
- ↑ Imagining the Cape Colony: History, Literature, and the South African Nation By David Johnson, σ. 11
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2020.
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιανουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 17 Μαρτίου 2020.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Guilmartin, John E. (1995). "The Military Revolution: Origins and First Tests Abroad"
- Sreedhara Menon.A,A Survey of Kerala History (1967)
- Vergunst, Nicolaas. Knot of Stone: the day that changed South Africa's history